των JOHN REES και LINDSEY GERMAN*
Μεταφράζει από το Counterfire η Jaquou Utopie
Μεταφράζει από το Counterfire η Jaquou Utopie
Πολιτικοί και δημοσιογράφοι βιάστηκαν να αποδώσουν τις ταραχές σε «καθαρή εγκληματικότητα». Η ίδια κραυγή από τους υπερασπιστές του κατεστημένου αντηχεί ανά τους αιώνες μετά από κάθε εξέγερση στο Λονδίνο.
Ο «Όχλος του Λονδίνου» αποτέλεσε αντικείμενο φόβου για τους πλούσιους Λονδρέζους σχεδόν από την ίδρυση της πόλης. Το μέγεθος και η φύση της πόλης του Λονδίνου επανειλημένα το έκαναν ανοιχτό στη ριζοσπαστικοποίηση. Μεγάλες ομάδες ανθρώπων ζούσαν και δούλευαν μαζί και ανέπτυσσαν ιδέες ενάντια στην εξουσία με τρόπο που θα είχαν πολύ λιγότερες ευκαιρίες να ανατπύξουν σε αγροτικές περιοχές ή μικρές πόλεις. Σαν έδρα της κυβέρνησης, το Λονδίνο ήταν το φυσικό κέντρο διαμαρτυριών ενάντια στη μοναρχία και μετέπειτα στο κοινοβούλιο.
Η Εξέγερση των Χωρικών το 1381 τελείωσε στο Λονδίνο, όταν οι κάτοικοι άνοιξαν τις πύλες της πρωτεύουσας και επέτρεψαν σε δεκάδες χιλιάδες χωρικούς με αρχηγούς τους John Ball και Wat Tyler να μπουν (και να λεηλατήσουν) το City. Έκαψαν το παλάτι του John of Gaunt στο Savoy και εκτέλεσαν τον Λόρδο Chancellor σαν μέρος της διαμαρτυρίας τους ενάντια στον κεφαλικό φόρο. Άνοιξαν παραβιάζοντας και τις διαβόητες φυλακές του City. Τότε, όπως και τώρα, κάποιο αθώοι (στην συγκεκριμένοι περίπτωση Φλαμανδοί έμποροι υφασμάτων που θεωρήθηκαν εμπορικοί αντίπαλοι) ήταν τα θύματα. Οι χωρικοί ανάγκασαν τον Βασιλιά να τους χαρίσει την ελευθερία τους μέχρι που οι ηγέτες της εξέγερσης παγιδεύτηκαν από τον Ριχάρδο τον 2ο και ηττήθηκαν στο Smithfield. Όμως η εξέγερση που αποτυπώθηκε ανεξίτηλα στο μυαλό της αριστοκρατίας είχε ως αποτέλεσμα να εγκαταληφθεί ο κεφαλικός φόρος.
Η νέα θρησκεία του Προτεσταντισμού, ισχυρότερη σε αυτές τις περιοχές της Ευρώπης που έδειχνε τις απαρχές την καπιταλιστικής παραγωγής, αναπτύχθηκε στο Λονδίνο από το 1500 και μετά. Οι ιεροκύρηκες, τα φυλλάδια και οι μπροσούρες της νέας θρησκείας ήταν δημοφιλή για τους Λονδρέζους σε μια εποχή που η πολιτική διαμάχη γινόταν στα πλαίσια θρησκευτικών όρων και οι πράξεις των βασιλιάδων και της αριστοκρατίας μετρούνταν με τη γλώσσα της θεολογίας. Η διαδρομή προς την Αγγλική επανάσταση του 1641 και μετά έφερε μια αναπτυσσόμενη ριζοσπαστικοποίηση στο Λονδίνο. Από τις ομάδες κλειδί στην επαναστατική πρόοδο αυτής της περιόδου ήταν οι γυναίκες που κατέλαβαν το κοινοβούλιο καθώς η επαναστατική κρίση βάθαινε, και οι μαθητευόμενοι του Λονδίνου που υιοθέτησαν τις πιο επανασταικές ιδέες και πράξεις της εποχής. Ο Βασιλιάς τράπηκε σε φυγή από το Λονδίνο λόγω των ενεργειών του πλήθους. Οι Βασιλικοί (Royalists) δεν κατάφεραν έκτοτε να ανακτήσουν την πρωτοβουλία στην πρωτεύουσα την οποία είχαν πλέον χάσει για όλο το υπόλοιπο της Επανάστασης. Η ώθηση για εκτέλεση του Βασιλιά μετά τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο προήλθε από το Λονδίνο και τα πιο ριζοσπαστικά του στρώματα. Αυτά επίσης προμήθευσαν μεγάλο μέρος της βάση των Ισοπεδωτών (the Levellers), του πιο σημαντικού κομματιού της αριστεράς μέσα στην επανάσταση, και την υποστήριξη για ηγέτες τους όπως ο John Lilburne και ο Richard Overton. Ο ίδιος ο Lilburne ήταν μαθητευόμενος και συχνά απευθυνόταν στη “νεολαία της ποδιάς” (apron youth) του City. Αυτοί ήταν ακριβώς οι άνθρωποι, νέοι και χωρίς σταθερή εργασία, που αποτέλεσαν τα πιο στρατευμένα κομμάτια του πλήθους.
Αλλά το πλήθος του Λονδίνου πραγματικά απέκτησε δική του οντότητα τον 18ο αιώνα. Αυτός που κατά καιρούς αποκαλούνταν ο Λονδρέζικος όχλος (London mob), ένας όρος για το μεγάλο πλήθος που συγκεντρώνεται στο Λονδίνο για μια ευρεία ποικιλία ζητημάτων, ήταν ικανός να καταλάβει το κοινοβούλιο, να διαδηλώσει, να εξεγερθεί και να επιτεθεί στους πλούσιους. Ο όχλος αποτελούσε επίσης μέσο επικοινωνίας όπου νέα και πληροφορία έμοιαζαν να εξαπλώνονται σαν ανεξέλεγκτη πυρκαγιά. Ο όρος “όχλος” (mob) προέρχεται από τον Λατινικό όρο mobile vulgus, που επινοήθηκε τον 18ο αιώνα για να περιγράψει τους φτωχούς εργάτες. Ο ιστορικός Peter Linebaugh εισηγήθηκε ότι ο όρος θα μπορούσε να αποδωθεί και ως “κίνημα”, ώστε να ενταχθεί στο περιεχόμενο της διαμαρτυρίας. Η καμπάνια συμπαράστασης, στα μέσα του 18ου αιώνα, προς τον βουλευτή John Wilkes καιτις προσπάθειές του να επανεκλεγεί σαν βουλευτής ενώ ο βασιλιάς και το κοινοβούλιο έβαζαν τα δυνατά τους να τον σταματήσουν, έδειξε μια επαναλαμβανόμενη κινητοποίηση του όχλου που είχε ως σύνθημα το “Wilkes και Ελευθερία”. Σε μία από τις πολλές ταραχές της εποχής ο όχλος έσπασε τα παράθυρα του Mansion House και επιπλέον κάθε πλούσιου οίκου στην πόλη που αρνούνταν να υποστηρίξει τον Wilkes. Υπήρχε μια περίπλοκη σχέση μεταξύ του όχλου και τμημάτων την ανώτερης και μεσαίας τάξης κάποια από τα οποία τουλάχιστον εν μέρη τον ανεχόταν και αδειοδοτούσε για τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς: ” οι Λονδρέζοι που ποδοπάτησαν τις άμαξες και έσπασαν τα παράθυρα του Great ήξεραν… ότι είχαν άδεια για τις πράξεις τους”.
Η πιο διάσημη από τις ενέργειες του “όχλου” του 18ου αιώνα ήταν οι ταραχές του Gordon το 1780. Οι ταραχές συνεχίζουν να είναι αντικείμενο αντιπαράθεσης, αλλά πλέον υπάρχουν λίγες αμφιβολίες στο ότι αντιπροσώπευαν την αυθεντική φωνή του όχλου. Ακολούθησαν μετά από μια διαδήλωση στο Κοινοβούλιο που είχε ως στόχο να παρουσιάσει αίτημα ενάντια στην ανοχή των Καθολικών – μόνιμος φόβος των Προτεσταντών του Λονδίνου από την Επανόρθωση (Restoration) και μετά. Πολλοί από το πλήθος ήταν αξιοσέβαστοι και Σχισματικοί (Dissenters), με επικεφαλής τον Σκωτσέζο αριστοκράτη Λόρδο George Gordon. Η διαδήλωση πήρε βίαια χαρακτηριστικά όταν η Βουλή των Κοινοτήτων αρνήθηκε να συζητήσει το αίτημα και κάποια τμήματα του πλήθους – οι μαθητευόμενοι, οι υπηρέτες και οι τεχνίτες, με άλλα λόγια οι φτωχότεροι, όπως επίσης και κάποια εγκληματικά στοιχεία αλλά και πόρνες, ξεκίνησαν τις ταραχές. Η συντριβή των Ταραχών του Gordon, με εκατοντάδες νεκρούς από τον στρατό και κάποιους απαγχονισμένους, σηματοδοτεί την τελευταία των μεγάλων εμφανίσεων του όχλου κατά τον 18ο αιώνα, αν και αυτός ποτέ δεν εξαφανίστηκε πλήρως. Στην πραγματικότητα μπορεί να είναι, παρά τις διαφορές στη σύνθεση και την πολιτική κατά τη διάρκεια των αιώνων, μια από τις πιο ανθεκτικές μορφές ριζοσπαστικής λαϊκής διαμαρτυρίας.
Ο αντίκτυπος της Γαλλικής Επανάστασης στο Λονδίνο βοήθησε να αλλάξει η φύση των διαμαρτυριών. Η απειλή απέναντι στα προνόμια και την ιδιοκτησία που διέσχισε το κανάλι της Μάγχης το 1789 κλόνισε την κυρίαρχη τάξη της Βρετανίας και τα γεγονότα των τεσσάρων χρόνων που ακολούθησαν τους φόβισαν ακόμα περισσότερο καθώς η μοναρχία και η αριστοκρατία ανατράπηκαν και εκτελέστηκαν. Οι υποστηρικτές της αριστεράς της Γαλλικής επανάστασης, των Ιακωβίνων, έβρισκαν την πολιτική ατμόσφαιρα αυξανόμενα πατριωτική και συντηρητική. Το υπόβαθρο του επαναστατικού πολέμου που εξαπολύθηκε από τους Γάλλους στην Ευρώπη, οδήγησε στο να μετατραπεί σε αποδιοπομπαίο τράγο ο “εσωτερικός εχθρός”. Από το 1792 και μετά, όχλος “του Βασιλιά και της Εκκλησίας” είχε άδεια από τους δικαστές και τον κλήρο παρόλο που οι παραπάνω ποτέ δεν κέρδισαν τη λαϊκή φαντασία. Στο Λονδίνο όμως δεν κατάφεραν ποτέ να αποκτήσουν ρεύμα. Όταν οι κρατούμενοι Ιακωβίνοι απελευθερώθηκαν, το 1794, σημειώθηκαν στο Λονδίνο λαϊκοί πανυγηρισμοί. Σύμφωνα με τον Edward Thompson, “Το 1795 το πλήθος του Λονδίνου ήταν σε επαναστατική διάθεση (παρόλο που η London Corresponding Society) ανακάλυπτε νέες μορφές οργάνωσης και ηγεσίας.”
Οι Γαλλικοί πόλεμοι και αυτή η περίοδο καταστολής της πολιτικής αποτέλεσαν όριο. Ποτέ πια η πολιτική ελίτ της πόλης δεν επέτρεψε στον όχλο να εμφανίσει τέτοια συμπεριφορά. Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, με την επικράτηση του Βρετανικού καπιταλισμού και την ανάπτυξη της βιομηχανικής εργατικής τάξης οι διαχωριστικές γραμμές είχαν πια τραβηχτεί και δημοτικοί σύμβουλοι και πολιτικοί δεν μπορούσαν να διακινδυνεύσουν την επίθεση στην ιδιοκτησία και την επιβολή στο νόμο που αυτό θα σήμαινε. Και πράγματι, το πρώτο μισό του αιώνα έφερε μαζί του την καθιέρωση της αστυνομικής δύναμης του Λονδίνου. Αλλά ο όχλος δεν εξαφανίστηκε τελείως, αναδύθηκε και πάλι με τις διαδηλώσεις ενάντια στην ανεργία το 1886, όταν το σπάσιμο των βιτρίνων στο Pall Mall φόβισε την υπερβολικά πλούσια κυρίαρχη τάξη σαν σημάδι της εξέγερσης των φτωχών. Επανεμφανίστηκε στις μαζικές απεργίες του 1888 και 1889, και στη μεγάλη αναταραχή του 1910-14. Αυτή τη φορά όμως πήρε τη μορφή ενός αυξανόμενου και μαχητικού εργατικού κινήματος. Επανήλθε τη δεκαετία του 1930 με τις μεγάλες διαδηλώσεις ενάντια στην ανεργία, πολλές από τις οποίες μετατρεπόταν σε ταραχές όταν δεχόταν επίθεση από την αστυνομία.
Το 1981 οι νέοι μαύροι του Λονδίνου (και ταυτόχρονα και σε άλλα μέρη της χώρας) εξεγέρθηκαν ενάντια στον ρατσισμό και την καταπίεση, με τις ταραχές να ξεκινούν στο Brixton και να ακολουθούνται και από λευκούς σ΄αυτή και σε άλλες εργατικές περιοχές. Το 1990 οι μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στον Poll Tax (κεφαλικό φόρο) μετατράπηκαν σε ταραχές σε όλο το κεντρικό Λονδίνο, που μαζί με τη μαζική άρνηση πληρωμής του φόρου, πέτυχαν σταδιακά να ξεφορτωθούν την Μάργκαρετ Θάτσερ αλλά και τον ίδιο τον φόρο. Το Λονδίνο αποτέλεσε κέντρο της αντίθεσης στον κεφαλικό φόρο που εισήγαγαν οι Tories στην Αγγλία το 1990. Επεισόδια σημειώθηκαν έξω από δημαρχεία σε πολλές από τις εργατικές περιοχές όπως το Hackney και το Isilington και η αντεργατική προκατάληψη του νόμου έγινε προφανής. Τον Μάρτιο του 1990 περίπου 200.000 διαδήλωσαν στο κέντρο του Λονδίνου και επεισόδια ξέσπασαν γύρω από το Whitehall και την πλατεία Trafalgar. Οι διαδηλωτές δέχτηκαν άγρια επίθεση από την αστυνομία που τους καταδίωξε σε όλη την περιοχή των θεάτρων και το Σόχο.
Οι διαδηλώσεις των φοιτητών στα τέλη του 2010 είχαν πολλά από τα χαρακτηριστικά του παραδοσιακού όχλου – μεγάλος αριθμός νέων και σχετικά φτωχών συγκεντρώθηκαν γρήγορα, που με τη χρήση των νέων μέσων επέτρεψε την επικοινωνία ανάμεσα στο πιο μακρινό προάστιο μέχρι το κεντρικό Λονδίνο δίνοντας έτσι λύση σε πολλές από τις δυσκολίες στην οργάνωση που δημιουργούνταν λόγω της γεωγραφικής εξάπλωσης του Λονδίνου, εξέφρασαν μια ανυποχώρητη αντίδραση στην κυβέρνηση και την ελίτ, στοχοποίησαν μισητά κτήρια ( το αρχηγείο των Tories και το Υπουργείο Οικονομικών). Καταγγέλθηκαν βέβαια για βίαιη και εγκληματική συμπεριφορά, όπως και οι προκάτοχοί τους, αλλά ήταν ξεκάθαρο από τα κύμματα συμπαράστασης που δέχτηκαν από πολλούς Λονδρέζους ότι μιλούσαν εξ ονόματος μεγάλου μέρους της πόλης.
Ξεσπάσματα οργής ήταν πάντα αποτέλεσμα της καταστολής, και ο νόμος επαναλαμβανόμενα έχει χρησιμοποιηθεί για να ελέγξει αυτούς που εξεγείρονται ενάντια στην εξουσία, με συχνότερα θύματα τους νέους. Νέοι μαύροι και ασιάτες στοχοποιήθηκαν από τους ρατσιστικούς νόμους SUS (σύλληψη λόγω υποψίας) τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Σήμερα οι μαύροι και οι Ασιάτες είναι 26 φορές πιο πιθανό να υποστούν από την αστυνομία στάση και σωματικό έλεγχο από ότι οι λευκοί. Η μακρά ιστορία εξεγέρσεων του Λονδίνου είναι εν μέρη απλά αποτέλεσμα του μεγέθους του, εν μέρει αποτέλεσμα του γεγονότος ότι πλούσιοι και φτωχοί ζουν ο ένας δίπλα στον άλλον σε βαθμό που δεν συνηθίζεται αλλού, εν μέρει γιατί το Λονδίνο είναι η έδρα της κυβέρνησης και εν μέρει είναι αποτέλεσμα της συγκέντρωσης νέων ανθρώπων (για μεγάλο χρονικό διάστημα) σε σχετικά μικρούς εργασιακούς χώρους. Η άνοδος του εργατικού κινήματος από τον Χαρτισμό (Chartism) του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, μετέδωσε μια πιο οργανωμένη μορφή δράσης στον όχλο ~ συνδικάτα, απεργίες, πολιτικά κόμματα, πολιτικές καμπάνιες. Αλλά αυτά ποτέ δεν κάλυψαν ολόκληρη την εργατική τάξη και οι ταραχές συχνά συνδυαζόταν και με αυτές τις μορφές αντίστασης.
Τώρα η οργή στην κοινωνία αγγίζει νέα επίπεδα και το παραδοσιακό Εργατικό κίνημα εμφανίζει περιορισμένο το μονοπώλιο στις μορφές αντίστασης που είχε εδώ και μια γενιά. Οι ταραχές είναι ένα αποτέλεσμα. Είναι πάντα ένα ωμό πολιτικό όργανο. Κάποιοι οδηγούνται στις ταραχές συνειδητά για πολιτικούς λόγους. Κάποιοι ωθούνται στις ταραχές για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους που είναι μόνο μερικά παρόντες στις συνειδήσεις τους. Κάποιοι συμμετέχουν για τελείως διαφορετικούς λόγους. Αλλά οι ταραχές ποτέ δεν συμβαίνουν έτσι απλά. Ούτε και είναι το προϊόν μιας ξαφνικής και μυστηριώδους απόφασης εγκληματιών να οργανώσουν μια μαζική και πλατιά κοινωνική δικαιολογία για να ληστέψουν το Debenhams. Οι ταραχές είχαν πάντα κοινωνικές και οικονομικές ρίζες και ήταν πάντα μορφή διαμαρτυρίας των αποκλεισμένων και των φτωχών ενάντια σε συνθήκες που τους επιβλήθηκαν από τους πλούσιους και τους ισχυρούς.
*Η Lindsey German και ο John Rees είναι οι συγγραφείς του υπό έκδοση, από τον εκδοτικό οίκο Verso το 2012, βιβλίου A People’s History of London .
—————————————————————————————————————————————————–
Σημείωση μεταφράστριας:
Στον τίτλο του αρχικού κειμένου η λέξη που αποδίδεται ως “Εξέγερση” είναι η λέξη “Riot”. Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται πολλές φορές και στο σώμα του κειμένου όπου εκεί προτιμώ να την αποδίδω κυρίως ως “Ταραχές”. Θεώρησα ότι έτσι αποδίδεται καλύτερα το πνεύμα του τίτλου που είναι πιο ευρύ αλλά και των διαφόρων προτάσεων του κειμένου που είναι ιστορικά πιο συγκεκριμένες. Κάθε παρατήρηση βέβαια είναι ευπρόσδεκτη σε κάθε περίπτωση.
http://parallhlografos.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου