Η κριτική του Δ. Καζάκη για το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου
Το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου, «Είναι ο Καπιταλισμός, Ηλίθιε», εκδόσεις Λιβάνη, αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. Από δυο απόψεις. Αφενός γιατί πρόκειται για ένα πολύ προσιτό και ευκολοδιάβαστο βιβλίο για τον μέσο αναγνώστη που αναζητά να μάθει τι συμβαίνει με την σημερινή κρίση. Κι αφετέρου γιατί διαπιστώσαμε ότι υπάρχει ακόμη μαρξιστική φλόγα στο σημερινό ΚΚΕ.
Για να είμαστε ειλικρινείς δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Τον Ν. Μπογιόπουλο τον γνωρίζουμε από τις επιφυλλίδες και τις παρεμβάσεις του μέσα από τις στήλες του Ριζοσπάστη, αλλά και από τις δημόσιες εμφανίσεις του όλο αυτό το διάστημα που και εύστοχες υπήρξαν και αποκαλυπτικές και αρκούντως τεκμηριωμένες. Κι αυτό πρέπει να το τονίζουμε ιδιαίτερα σήμερα.
Μπορεί να ακούγεται αυτονόητο, αλλά δυστυχώς η τεκμηριωμένη παρέμβαση είναι είδος εξαιρετικά δυσεύρετο στις μέρες μας. Ιδίως στην αριστερά.
Η κυρίαρχη προπαγάνδα δεν έχει ανάγκη κανενός είδους τεκμηρίωση. Ασκείται στην πνευματική τρομοκρατία και καταστολή με όλα τα μέσα. Θα περίμενε κανείς κάτι διαφορετικό από την αριστερά. Να όμως που δεν συμβαίνει. Όσο πιο αριστερό, μαρξιστή, κομμουνιστή, ή δεν ξέρω κι εγώ τι, θεωρεί κάποιος τον εαυτό του, τόσο περισσότερο νιώθει ότι έχει την άδεια να συνθηματολογεί ασύστολα χωρίς να νοιάζεται για τον τρόπο που η ίδια η πραγματικότητα τεκμηριώνει ή δεν τεκμηριώνει τα λεγόμενά του. Πρόκειται για την κατάρα του αχαλίνωτου σεχταρισμού. Και μάλιστα ενός σεχταρισμού αισχίστου είδους, του γραφειοκρατικού σεχταρισμού με βάση τον οποίο κάθε ηγετική ομάδα αναπαράγει τον εαυτό της ως φορέα του αλάθητου και της απόλυτης αλήθειας. Όσο πιο μακριά κρατιέται η αλήθεια της από την πραγματικότητα, από την αληθινή ζωή και τα δεδομένα της, τόσο πιο απόλυτη φαντάζει στους πιστούς οπαδούς. Όπως ακριβώς συμβαίνει πάντα με κάθε είδους θρησκοληψία.
Ο Ν. Μπογιόπουλος δεν ανήκει σ’ αυτήν την κατηγορία. Δεν γράφει για τους οπαδούς της άποψής του, ούτε για την δική του προσωπική αυτοεπιβεβαίωση. Γράφει για τον απλό κόσμο. Ψάχνει τον τρόπο που οδηγεί στην κοινή λογική του αναγνώστη του, όχι για να του περάσει ένα σύνθημα, αλλά για να του αποκαλύψει την εσωτερική αλληλουχία των γεγονότων που βιώνει ο ίδιος και γενικά η κοινωνία. Γράφει σαν μαρξιστής, σαν κομμουνιστής, αλλά όχι απαραίτητα για μαρξιστές και κομμουνιστές. Γράφει για όλους. Προσπαθεί να πείσει με το καλοζυγισμένο επιχείρημα, τα άφθονα στοιχεία που παραθέτει, την κοινή λογική που διαθέτει κάθε καλής προαίρεσης άνθρωπος. Δεν πυροβολεί την νοημοσύνη του αναγνώστη του με κλισέ εγχειριδίου. Ούτε γράφει σαν να τον μαλώνει γιατί δεν ξέρει, ή γιατί δεν έχει ακόμη καταλάβει. Νοιάζεται σαν συγγραφέας να γίνει κατανοητός ακόμη και από τον πιο πολιτικά αμύητο αναγνώστη του βιβλίου του. Κι αυτό είναι ένα ιδιαίτερα πολύτιμο προσόν που δυστυχώς έχει αφοριστεί προ πολλού από την αριστερά γενικά, αλλά και από το ίδιο το ΚΚΕ.
Ο Ν. Μπογιόπουλος είναι από τους ελάχιστους σήμερα μαρξιστές και κομμουνιστές που δεν φοβούνται να εκθέσουν τις πεποιθήσεις τους στην δοκιμασία και στην τριβή της πραγματικότητας. Είναι ο μόνος που γνωρίζω από τον χώρο του επίσημου ΚΚΕ, ο οποίος γράφει ανελλιπώς για την κρίση από το ξεκίνημά της. Κανένας άλλος δεν τόλμησε να δοκιμάσει τις αναλυτικές του ικανότητες με συστηματική αρθρογραφία και παρέμβαση στα τεκταινόμενα της κρίσης. Εκτός βέβαια από την προσφυγή στα γνωστά κλισέ: Καπιταλισμός, πλουτοκρατία, ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε! Δεν χρειάζονται πολλά-πολλά, γιατί όσο πιο πολύ ασκείται ο εγκέφαλος στην σκέψη, στον προβληματισμό, τόσο μεγαλύτερες γίνονται οι απαιτήσεις των «κάτω» προς τους «πάνω». Κι αυτό οι γραφειοκράτες το τρέμουν πολύ περισσότερο απ’ όσο τρέμει ο διάολος το λιβάνι.
Ο Ν. Μπογιόπουλος δεν ήταν ποτέ των κλισέ και το βιβλίο του το αποδεικνύει. Γι’ αυτό και κατά τη γνώμη μας έχει αυτή την αποδοχή από τον κόσμο, όχι μόνο του ΚΚΕ, αλλά και ευρύτερα. Ο απλός κόσμος ξέρει πότε του υποτιμάς την νοημοσύνη, ή πότε πας να τον κοροϊδέψεις και σε πληρώνει πάντα με το ίδιο νόμισμα. Η αποδοχή του Νίκου από το ευρύ κοινό, αποδεικνύει ότι και ο ίδιος δεν είναι σκάρτος. Όπως νοιάζεσαι για τον κόσμο, έτσι κι ο κόσμος νοιάζεται για σένα. Και το να νοιάζεσαι με κάθε ειλικρίνεια από τα βάθη του είναι σου για τον απλό κόσμο, για αυτό που ονομάζουμε εργατική τάξη και λαό, είναι η αληθινή πεμπτουσία του να είσαι και να δηλώνεις κομμουνιστής. Κι ο Νίκος ανήκει σ’ αυτήν την σπάνια σήμερα κατηγορία των κομμουνιστών που με υπερηφάνεια αποτυπώνονται στους στίχους του ποιητή της Ρωμιοσύνης: …εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου, απ' τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο.
Στο βιβλίο του Ν. Μπογιόπουλου θα βρει ο αναγνώστης ένα πανόραμα της σημερινής κρίσης με όλα τα βασικά δεδομένα της. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ο αναγνώστης εξοικειώνεται με τις διαστάσεις της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Στο δεύτερο μέρος με την εκδήλωση της κρίσης χρέους στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Και στο τρίτο μέρος ο συγγραφέας προσπαθεί να σκιαγραφήσει τα πολιτικά προτάγματα που αποτελούν λογική απόρροια της κρίσης. Το βιβλίο απευθύνεται στον γενικό αναγνώστη, γι’ αυτό και δεν είναι σωστό να περιμένει κανείς κάποια θεωρητική πραγματεία επί του θέματος. Ωστόσο, ακροθιγώς θέτει ορισμένα θεμελιώδη θεωρητικά ερωτήματα που τους μαρξιστές, ή όσους θεωρούν ακόμη τον εαυτό τους μαρξιστή, οφείλουν να τους απασχολούν.
Ένα από τα βασικά ερωτήματα είναι, τι είναι το δημόσιο χρέος. Η συνήθης απάντηση που δίνεται αριστερά και δεξιά, είναι αυτή που επέβαλε η κυρίαρχη προπαγάνδα, δηλαδή ότι το δημόσιο χρέος είναι προϊόν της δημοσιονομικής πολιτικής και των ελλειμμάτων του κράτους. Η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της μιλούν γενικά για σπάταλο και διεφθαρμένο κράτος, ενώ η αριστερά σύσσωμη μιλά για κρατικές παροχές στο κεφάλαιο. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Τα κράτη στον καπιταλισμό δεν δανείζονται γιατί έχουν ελλείμματα, αλλά δημιουργούν ελλείμματα για να ενισχύσουν με κάθε τρόπο τον δανεισμό από τις αγορές κεφαλαίου. Με άλλα λόγια τα κράτη φορτώνονται χρέη πρώτα και κύρια γιατί δεν πρέπει να λιμνάσουν οι αγορές δανείσιμου κεφαλαίου. Κι έτσι μέσω των χαριστικών παροχών και της αναδιανομής εισοδήματος, τα κράτη εξασφαλίζουν την ανακύκλωση του κεφαλαίου.
Γι’ αυτό άλλωστε και το φαινόμενο της κρίσης χρέους δεν εμφανίζεται σε όλες τις περιόδους του καπιταλισμού, αλλά μόνο σε περιόδους υπερσυσσώρευσης πλασματικού κεφαλαίου σαν την σημερινή. Ιδίως σε διεθνές επίπεδο, μιας και ο δανεισμός και μάλιστα ο δημόσιος ήταν και παραμένει η πρωταρχική μορφή εξαγωγής του κεφαλαίου παγκόσμια. Ειδικά για την Ελλάδα ήταν καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας της ένας από τους βασικούς μοχλούς οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης και υποτέλειας στις μεγάλες δυνάμεις και τον ιμπεριαλισμό.
Ο Ν. Μπογιόπουλος επιχειρεί να θέσει το θέμα όπως πρέπει. Με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω, ξεκινώντας από τον τρόπο που αντιλαμβανόταν το χρέος ο Μαρξ. Αν και δεν προχωρεί σε μια ταξική ανατομία του δημόσιου χρέους, όπως θα έπρεπε, απέχει παρασάγγας από τους πλείστους δήθεν μαρξιστές του χώρου του και της υπόλοιπης αριστεράς, που αντιμετωπίζουν το χρέος ως πάρεργο του καπιταλισμού, ή σαν κάτι το εντελώς δευτερεύον και το ασήμαντο για την ταξική προσέγγιση της κρίσης. Αντίθετα προσπαθεί να φωτίσει την εξέλιξη της οικονομικής και πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα μέσα από την οπτική του χρέους, όπως αρμόζει σ’ έναν αληθινό μαρξιστή. Παραθέτει τις συγκεκριμένες ιστορικές παραμέτρους του δημόσιου δανεισμού ως οργανικό στοιχείο στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού από την εποχή της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους και προχωρά στην ανάλυση των μύθων που πλασάρει σήμερα η κυρίαρχη προπαγάνδα.
Εκεί όπου το βιβλίο του Ν. Μπογιόπουλου παρουσιάζει την κύρια αδυναμία του είναι στο κλείσιμό του με την (αναγκαστική;) υιοθέτηση της στείρας θέσης του ΚΚΕ περί λαϊκής οικονομίας και λαϊκής εξουσίας. Στην ουσία είναι σαν ο ίδιος ο συγγραφέας να ναρκοθετεί όλη την προηγούμενη ανάλυσή του. Κι αυτό γιατί η λύση του προβλήματος δεν μπορεί να δοθεί αν, όταν και όποτε φτάσουμε στην λαϊκή εξουσία, αλλά προτάσσοντας σήμερα σαν άμεσα αιτήματα την μονομερή διαγραφή του χρέους και την έξοδο από το ευρώ σαν πρώτο βήμα για την αποδέσμευση από την ΕΕ ως προγραμματική βάση ενός ευρύτατου λαϊκού μετώπου, σαν το παλιό ΕΑΜ.
Αν οι επιτελείς του σημερινού ΚΚΕ πίστευαν στ' αλήθεια ότι η διαγραφή του χρέους, η απαλλαγή από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ δεν γίνεται χωρίς λαϊκή εξουσία, τότε θα έτρεχαν να θέσουν από μόνα τους αυτά τα αιτήματα χωρίς να νοιάζονται για το αν θα υιοθετήσει κανείς και την πρότασή τους για λαϊκή εξουσία. Η ίδια η πράξη θα οδηγούσε αναγκαστικά όποιον παλεύει σήμερα για διαγραφή του χρέους, για απαλλαγή από ΕΕ και ΝΑΤΟ στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι για να τα κατορθώσεις χρειάζεσαι λαϊκή εξουσία. Αν λοιπόν πίστευαν σ' αυτό που προτείνουν θα έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους όλο και πλατύτερα στρώματα, όλο και περισσότεροι να δεχτούν να παλέψουν για διαγραφή του χρέους, για αποδέσμευση από ΕΕ και ΝΑΤΟ, χωρίς αναγκαστικά να αποδέχονται την λαϊκή εξουσία. Δεν το κάνουν. Αντίθετα, λένε ότι πρώτα πρέπει να δεχτείς την δική μας πρόταση εξουσίας και έπειτα να παλέψουμε για τα αιτήματα αυτά. Κι αυτό το κάνουν για έναν και μόνο λόγο: να διαλύσουν εκ προοιμίου κάθε δυνατότητα ανάπτυξης ενός ευρύτατου κινήματος μέσα στον λαό, το οποίο προτάσσοντας την διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ ως πρώτο βήμα για την αποδέσμευση από την ΕΕ, κοκ, να απειλήσει καίρια την κυρίαρχη πολιτική της άρχουσας τάξης. Κι έτσι η θαυμάσια ανάλυση του Ν. Μπογιόπουλου που απευθύνεται στον απλό εργαζόμενο για να του εξηγήσει τι συμβαίνει με την κρίση και το χρέος μένει κολοβή.
Το βιβλίο του Νίκου Μπογιόπουλου, «Είναι ο Καπιταλισμός, Ηλίθιε», εκδόσεις Λιβάνη, αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. Από δυο απόψεις. Αφενός γιατί πρόκειται για ένα πολύ προσιτό και ευκολοδιάβαστο βιβλίο για τον μέσο αναγνώστη που αναζητά να μάθει τι συμβαίνει με την σημερινή κρίση. Κι αφετέρου γιατί διαπιστώσαμε ότι υπάρχει ακόμη μαρξιστική φλόγα στο σημερινό ΚΚΕ.
Για να είμαστε ειλικρινείς δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Τον Ν. Μπογιόπουλο τον γνωρίζουμε από τις επιφυλλίδες και τις παρεμβάσεις του μέσα από τις στήλες του Ριζοσπάστη, αλλά και από τις δημόσιες εμφανίσεις του όλο αυτό το διάστημα που και εύστοχες υπήρξαν και αποκαλυπτικές και αρκούντως τεκμηριωμένες. Κι αυτό πρέπει να το τονίζουμε ιδιαίτερα σήμερα.
Μπορεί να ακούγεται αυτονόητο, αλλά δυστυχώς η τεκμηριωμένη παρέμβαση είναι είδος εξαιρετικά δυσεύρετο στις μέρες μας. Ιδίως στην αριστερά.
Η κυρίαρχη προπαγάνδα δεν έχει ανάγκη κανενός είδους τεκμηρίωση. Ασκείται στην πνευματική τρομοκρατία και καταστολή με όλα τα μέσα. Θα περίμενε κανείς κάτι διαφορετικό από την αριστερά. Να όμως που δεν συμβαίνει. Όσο πιο αριστερό, μαρξιστή, κομμουνιστή, ή δεν ξέρω κι εγώ τι, θεωρεί κάποιος τον εαυτό του, τόσο περισσότερο νιώθει ότι έχει την άδεια να συνθηματολογεί ασύστολα χωρίς να νοιάζεται για τον τρόπο που η ίδια η πραγματικότητα τεκμηριώνει ή δεν τεκμηριώνει τα λεγόμενά του. Πρόκειται για την κατάρα του αχαλίνωτου σεχταρισμού. Και μάλιστα ενός σεχταρισμού αισχίστου είδους, του γραφειοκρατικού σεχταρισμού με βάση τον οποίο κάθε ηγετική ομάδα αναπαράγει τον εαυτό της ως φορέα του αλάθητου και της απόλυτης αλήθειας. Όσο πιο μακριά κρατιέται η αλήθεια της από την πραγματικότητα, από την αληθινή ζωή και τα δεδομένα της, τόσο πιο απόλυτη φαντάζει στους πιστούς οπαδούς. Όπως ακριβώς συμβαίνει πάντα με κάθε είδους θρησκοληψία.
Ο Ν. Μπογιόπουλος δεν ανήκει σ’ αυτήν την κατηγορία. Δεν γράφει για τους οπαδούς της άποψής του, ούτε για την δική του προσωπική αυτοεπιβεβαίωση. Γράφει για τον απλό κόσμο. Ψάχνει τον τρόπο που οδηγεί στην κοινή λογική του αναγνώστη του, όχι για να του περάσει ένα σύνθημα, αλλά για να του αποκαλύψει την εσωτερική αλληλουχία των γεγονότων που βιώνει ο ίδιος και γενικά η κοινωνία. Γράφει σαν μαρξιστής, σαν κομμουνιστής, αλλά όχι απαραίτητα για μαρξιστές και κομμουνιστές. Γράφει για όλους. Προσπαθεί να πείσει με το καλοζυγισμένο επιχείρημα, τα άφθονα στοιχεία που παραθέτει, την κοινή λογική που διαθέτει κάθε καλής προαίρεσης άνθρωπος. Δεν πυροβολεί την νοημοσύνη του αναγνώστη του με κλισέ εγχειριδίου. Ούτε γράφει σαν να τον μαλώνει γιατί δεν ξέρει, ή γιατί δεν έχει ακόμη καταλάβει. Νοιάζεται σαν συγγραφέας να γίνει κατανοητός ακόμη και από τον πιο πολιτικά αμύητο αναγνώστη του βιβλίου του. Κι αυτό είναι ένα ιδιαίτερα πολύτιμο προσόν που δυστυχώς έχει αφοριστεί προ πολλού από την αριστερά γενικά, αλλά και από το ίδιο το ΚΚΕ.
Ο Ν. Μπογιόπουλος είναι από τους ελάχιστους σήμερα μαρξιστές και κομμουνιστές που δεν φοβούνται να εκθέσουν τις πεποιθήσεις τους στην δοκιμασία και στην τριβή της πραγματικότητας. Είναι ο μόνος που γνωρίζω από τον χώρο του επίσημου ΚΚΕ, ο οποίος γράφει ανελλιπώς για την κρίση από το ξεκίνημά της. Κανένας άλλος δεν τόλμησε να δοκιμάσει τις αναλυτικές του ικανότητες με συστηματική αρθρογραφία και παρέμβαση στα τεκταινόμενα της κρίσης. Εκτός βέβαια από την προσφυγή στα γνωστά κλισέ: Καπιταλισμός, πλουτοκρατία, ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε! Δεν χρειάζονται πολλά-πολλά, γιατί όσο πιο πολύ ασκείται ο εγκέφαλος στην σκέψη, στον προβληματισμό, τόσο μεγαλύτερες γίνονται οι απαιτήσεις των «κάτω» προς τους «πάνω». Κι αυτό οι γραφειοκράτες το τρέμουν πολύ περισσότερο απ’ όσο τρέμει ο διάολος το λιβάνι.
Ο Ν. Μπογιόπουλος δεν ήταν ποτέ των κλισέ και το βιβλίο του το αποδεικνύει. Γι’ αυτό και κατά τη γνώμη μας έχει αυτή την αποδοχή από τον κόσμο, όχι μόνο του ΚΚΕ, αλλά και ευρύτερα. Ο απλός κόσμος ξέρει πότε του υποτιμάς την νοημοσύνη, ή πότε πας να τον κοροϊδέψεις και σε πληρώνει πάντα με το ίδιο νόμισμα. Η αποδοχή του Νίκου από το ευρύ κοινό, αποδεικνύει ότι και ο ίδιος δεν είναι σκάρτος. Όπως νοιάζεσαι για τον κόσμο, έτσι κι ο κόσμος νοιάζεται για σένα. Και το να νοιάζεσαι με κάθε ειλικρίνεια από τα βάθη του είναι σου για τον απλό κόσμο, για αυτό που ονομάζουμε εργατική τάξη και λαό, είναι η αληθινή πεμπτουσία του να είσαι και να δηλώνεις κομμουνιστής. Κι ο Νίκος ανήκει σ’ αυτήν την σπάνια σήμερα κατηγορία των κομμουνιστών που με υπερηφάνεια αποτυπώνονται στους στίχους του ποιητή της Ρωμιοσύνης: …εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε, αδελφέ μου, απ' τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο.
Στο βιβλίο του Ν. Μπογιόπουλου θα βρει ο αναγνώστης ένα πανόραμα της σημερινής κρίσης με όλα τα βασικά δεδομένα της. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος ο αναγνώστης εξοικειώνεται με τις διαστάσεις της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Στο δεύτερο μέρος με την εκδήλωση της κρίσης χρέους στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Και στο τρίτο μέρος ο συγγραφέας προσπαθεί να σκιαγραφήσει τα πολιτικά προτάγματα που αποτελούν λογική απόρροια της κρίσης. Το βιβλίο απευθύνεται στον γενικό αναγνώστη, γι’ αυτό και δεν είναι σωστό να περιμένει κανείς κάποια θεωρητική πραγματεία επί του θέματος. Ωστόσο, ακροθιγώς θέτει ορισμένα θεμελιώδη θεωρητικά ερωτήματα που τους μαρξιστές, ή όσους θεωρούν ακόμη τον εαυτό τους μαρξιστή, οφείλουν να τους απασχολούν.
Ένα από τα βασικά ερωτήματα είναι, τι είναι το δημόσιο χρέος. Η συνήθης απάντηση που δίνεται αριστερά και δεξιά, είναι αυτή που επέβαλε η κυρίαρχη προπαγάνδα, δηλαδή ότι το δημόσιο χρέος είναι προϊόν της δημοσιονομικής πολιτικής και των ελλειμμάτων του κράτους. Η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της μιλούν γενικά για σπάταλο και διεφθαρμένο κράτος, ενώ η αριστερά σύσσωμη μιλά για κρατικές παροχές στο κεφάλαιο. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Τα κράτη στον καπιταλισμό δεν δανείζονται γιατί έχουν ελλείμματα, αλλά δημιουργούν ελλείμματα για να ενισχύσουν με κάθε τρόπο τον δανεισμό από τις αγορές κεφαλαίου. Με άλλα λόγια τα κράτη φορτώνονται χρέη πρώτα και κύρια γιατί δεν πρέπει να λιμνάσουν οι αγορές δανείσιμου κεφαλαίου. Κι έτσι μέσω των χαριστικών παροχών και της αναδιανομής εισοδήματος, τα κράτη εξασφαλίζουν την ανακύκλωση του κεφαλαίου.
Γι’ αυτό άλλωστε και το φαινόμενο της κρίσης χρέους δεν εμφανίζεται σε όλες τις περιόδους του καπιταλισμού, αλλά μόνο σε περιόδους υπερσυσσώρευσης πλασματικού κεφαλαίου σαν την σημερινή. Ιδίως σε διεθνές επίπεδο, μιας και ο δανεισμός και μάλιστα ο δημόσιος ήταν και παραμένει η πρωταρχική μορφή εξαγωγής του κεφαλαίου παγκόσμια. Ειδικά για την Ελλάδα ήταν καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας της ένας από τους βασικούς μοχλούς οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης και υποτέλειας στις μεγάλες δυνάμεις και τον ιμπεριαλισμό.
Ο Ν. Μπογιόπουλος επιχειρεί να θέσει το θέμα όπως πρέπει. Με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω, ξεκινώντας από τον τρόπο που αντιλαμβανόταν το χρέος ο Μαρξ. Αν και δεν προχωρεί σε μια ταξική ανατομία του δημόσιου χρέους, όπως θα έπρεπε, απέχει παρασάγγας από τους πλείστους δήθεν μαρξιστές του χώρου του και της υπόλοιπης αριστεράς, που αντιμετωπίζουν το χρέος ως πάρεργο του καπιταλισμού, ή σαν κάτι το εντελώς δευτερεύον και το ασήμαντο για την ταξική προσέγγιση της κρίσης. Αντίθετα προσπαθεί να φωτίσει την εξέλιξη της οικονομικής και πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα μέσα από την οπτική του χρέους, όπως αρμόζει σ’ έναν αληθινό μαρξιστή. Παραθέτει τις συγκεκριμένες ιστορικές παραμέτρους του δημόσιου δανεισμού ως οργανικό στοιχείο στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού από την εποχή της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους και προχωρά στην ανάλυση των μύθων που πλασάρει σήμερα η κυρίαρχη προπαγάνδα.
Εκεί όπου το βιβλίο του Ν. Μπογιόπουλου παρουσιάζει την κύρια αδυναμία του είναι στο κλείσιμό του με την (αναγκαστική;) υιοθέτηση της στείρας θέσης του ΚΚΕ περί λαϊκής οικονομίας και λαϊκής εξουσίας. Στην ουσία είναι σαν ο ίδιος ο συγγραφέας να ναρκοθετεί όλη την προηγούμενη ανάλυσή του. Κι αυτό γιατί η λύση του προβλήματος δεν μπορεί να δοθεί αν, όταν και όποτε φτάσουμε στην λαϊκή εξουσία, αλλά προτάσσοντας σήμερα σαν άμεσα αιτήματα την μονομερή διαγραφή του χρέους και την έξοδο από το ευρώ σαν πρώτο βήμα για την αποδέσμευση από την ΕΕ ως προγραμματική βάση ενός ευρύτατου λαϊκού μετώπου, σαν το παλιό ΕΑΜ.
Αν οι επιτελείς του σημερινού ΚΚΕ πίστευαν στ' αλήθεια ότι η διαγραφή του χρέους, η απαλλαγή από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ δεν γίνεται χωρίς λαϊκή εξουσία, τότε θα έτρεχαν να θέσουν από μόνα τους αυτά τα αιτήματα χωρίς να νοιάζονται για το αν θα υιοθετήσει κανείς και την πρότασή τους για λαϊκή εξουσία. Η ίδια η πράξη θα οδηγούσε αναγκαστικά όποιον παλεύει σήμερα για διαγραφή του χρέους, για απαλλαγή από ΕΕ και ΝΑΤΟ στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι για να τα κατορθώσεις χρειάζεσαι λαϊκή εξουσία. Αν λοιπόν πίστευαν σ' αυτό που προτείνουν θα έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους όλο και πλατύτερα στρώματα, όλο και περισσότεροι να δεχτούν να παλέψουν για διαγραφή του χρέους, για αποδέσμευση από ΕΕ και ΝΑΤΟ, χωρίς αναγκαστικά να αποδέχονται την λαϊκή εξουσία. Δεν το κάνουν. Αντίθετα, λένε ότι πρώτα πρέπει να δεχτείς την δική μας πρόταση εξουσίας και έπειτα να παλέψουμε για τα αιτήματα αυτά. Κι αυτό το κάνουν για έναν και μόνο λόγο: να διαλύσουν εκ προοιμίου κάθε δυνατότητα ανάπτυξης ενός ευρύτατου κινήματος μέσα στον λαό, το οποίο προτάσσοντας την διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ ως πρώτο βήμα για την αποδέσμευση από την ΕΕ, κοκ, να απειλήσει καίρια την κυρίαρχη πολιτική της άρχουσας τάξης. Κι έτσι η θαυμάσια ανάλυση του Ν. Μπογιόπουλου που απευθύνεται στον απλό εργαζόμενο για να του εξηγήσει τι συμβαίνει με την κρίση και το χρέος μένει κολοβή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου