ΠΗΓΗ: ΔΡΟΜΟΣ
Μερικές αναγκαίες διευκρινήσεις που αναδεικνύουν την… κρυμμένη πραγματικότητα. Του Γιώργου Τοζίδη
Το «κούρεμα» ή η απομείωση του δημόσιου χρέους, η ανακεφαλαίωση των τραπεζών και άλλες παρεμφερείς έννοιες έχουν μπει για τα καλά στη ζωή μας, προκαλώντας ανάμεικτα συναισθήματα. Σαν να μην έφταναν τα θηριώδη μέτρα φτωχοποίησης του ελληνικού λαού, πρέπει να ψάχνουμε καθημερινά τι συνέπειες θα υπάρξουν αν το ποσοστό του «κουρέματος» είναι 21% (σύμφωνα με τη «συμφωνία της 21/7/11»), 30% ή 50%;
Ας ξεκαθαρίσουμε, αρχικά, τις διαφορές ανάμεσα στο «κούρεμα» («haircut») και την απομείωση της αξίας των ομολόγων.
Με το «κούρεμα» μειώνεται η αξία των ομολόγων, δηλαδή μειώνεται το χρέος. Παράδειγμα: το «κούρεμα» ενός ομολόγου σημαίνει ότι στη λήξη του ο κομιστής θα εισπράξει μικρότερο ποσό από την ονομαστική του αξία, ανάλογα με το ποσοστό του «κουρέματος». Άρα, στην περίπτωση του «κουρέματος» έχουμε πραγματική μείωση του χρέους του εκδότη των ομολόγων.
Ας ξεκαθαρίσουμε, αρχικά, τις διαφορές ανάμεσα στο «κούρεμα» («haircut») και την απομείωση της αξίας των ομολόγων.
Με το «κούρεμα» μειώνεται η αξία των ομολόγων, δηλαδή μειώνεται το χρέος. Παράδειγμα: το «κούρεμα» ενός ομολόγου σημαίνει ότι στη λήξη του ο κομιστής θα εισπράξει μικρότερο ποσό από την ονομαστική του αξία, ανάλογα με το ποσοστό του «κουρέματος». Άρα, στην περίπτωση του «κουρέματος» έχουμε πραγματική μείωση του χρέους του εκδότη των ομολόγων.
Με την απομείωση ένα δάνειο ή ένα ομόλογο που λήγει ανανεώνεται με ένα νέο, συνήθως μεγαλύτερης διάρκειας και ίσως διαφορετικού επιτοκίου. Πρόκειται για μια αναδιάρθρωση στην οποία αλλάζουν οι όροι δανεισμού (διάρκεια, επιτόκιο, εγγυήσεις) με νέο δανεισμό. Δηλαδή, με την απομείωση δεν υπάρχει ουσιαστική ζημία για τον κάτοχο των ομολόγων, αφού δεν μειώνεται η ονομαστική αξία τους. Το μόνο πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι η έλλειψη ρευστότητας, αν είχε συνδυάσει τη λήξη των ομολόγων με την εκπλήρωση υποχρεώσεων.
Παράδειγμα απομείωσης: ομόλογο που λήγει το 2014 παρατείνεται έντοκα η λήξη του μέχρι το 2034 ή ανταλλάσσεται με άλλο ίσης ονομαστικής αξίας αλλά μεγαλύτερης διάρκειας.
Αυτό που αποφασίστηκε στις 21/7/11 ήταν η απομείωση των ομολόγων που λήγουν μέχρι το 2020 (135 δισ. ευρώ) με νέα που η παρούσα αξία τους θα ήταν μειωμένη κατά 21%. Η παρούσα αξία δεν είναι τίποτε άλλο από τον λογιστικό προσδιορισμό της αξίας ενός μελλοντικού περιουσιακού στοιχείου σήμερα και εξαρτάται από το χρόνο της επιμήκυνσης και το ύψος του επιτοκίου. Άρα, με την απομείωση δεν μειώνεται το συνολικό χρέος του εκδότη των ομολόγων.
Με τη συμφωνία της 21/7/11 δόθηκαν τέσσερις επιλογές στους ιδιώτες κατόχους των ελληνικών ομολόγων. Από τις, μέχρι σήμερα, διαπραγματεύσεις προκύπτει ότι οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων επιλέγουν να τα ανταλλάξουν, είτε άμεσα είτε στη λήξη τους, με νέα 30ετή που θα είναι εγγυημένα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), με κυμαινόμενο επιτόκιο 4% για τα πρώτα 5 έτη, 4,5% για την επόμενη 5ετία και 5% για τα υπόλοιπα 20 έτη.
Για την κάλυψη των εγγυήσεων που προβλέπονται από τη συμφωνία, η Ελλάδα θα πρέπει να αγοράσει ομόλογα αξίας 41 δισ. ευρώ από τον EFSF τα οποία θα έχουν επιτόκιο 3,5% και ανατοκιζόμενα για 30 χρόνια θα δίνουν το ποσό δανεισμού (135 δισ. ευρώ). Δηλαδή, όχι μόνο θα εξακολουθήσουμε να πληρώνουμε τόκους για το σύνολο του χρέους αλλά θα επιβαρυνθούμε και με επιπλέον τόκους για το δάνειο των 41 δισ. ευρώ με το οποίο θα αγοράσουμε τα ομόλογα του EFSF τα οποία θα καταθέσουμε ως εγγύηση.
Σημαντική διευκρίνιση: Η απομείωση δεν αφορά, σε καμία περίπτωση, τα δάνεια που έχει λάβει ή θα λάβει η Ελλάδα από τις χώρες της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ. Μέχρι σήμερα (20/10/2011) η Ελλάδα έχει λάβει, με βάση το Μνημόνιο, δάνεια ύψους 48 δισ. ευρώ από τις χώρες της Ευρωζώνης και 18 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ. Δεν αφορά, επίσης, τα ομόλογα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, παρ’ όλο που ένα σημαντικό τμήμα τους (περίπου 40 δισ. ευρώ) έχει αγορασθεί από τη δευτερογενή αγορά σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την ονομαστική τους αξία.
Με τη συμφωνία της 21/7/2011 οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων πέτυχαν την αναβάθμιση της αξιοπιστίας των ομολόγων τους, καθώς αυτά θα είναι, πλέον, εγγυημένα από το EFSF, ενώ πρόσθετη εξασφάλιση θα αποτελέσει και το γεγονός ότι τα νέα ομόλογα θα διέπονται από το αγγλικό και όχι το ελληνικό Δίκαιο (όπως συμβαίνει με αυτά που έχουν στα χέρια τους). Απεμπολήθηκε, με αυτήν τη συμφωνία, η δυνατότητα που έχει η Ελλάδα να τροποποιήσει μονομερώς (με απλή νομοθετική ρύθμιση) τη διάρκεια και το επιτόκιο των ομολόγων που έχει εκδώσει μέχρι σήμερα. Επιπλέον, παραδοσιακά, το αγγλικό Δίκαιο υπερασπίζεται πρωτίστως τον πιστωτή έναντι του οφειλέτη.
Παράδειγμα απομείωσης: ομόλογο που λήγει το 2014 παρατείνεται έντοκα η λήξη του μέχρι το 2034 ή ανταλλάσσεται με άλλο ίσης ονομαστικής αξίας αλλά μεγαλύτερης διάρκειας.
Αυτό που αποφασίστηκε στις 21/7/11 ήταν η απομείωση των ομολόγων που λήγουν μέχρι το 2020 (135 δισ. ευρώ) με νέα που η παρούσα αξία τους θα ήταν μειωμένη κατά 21%. Η παρούσα αξία δεν είναι τίποτε άλλο από τον λογιστικό προσδιορισμό της αξίας ενός μελλοντικού περιουσιακού στοιχείου σήμερα και εξαρτάται από το χρόνο της επιμήκυνσης και το ύψος του επιτοκίου. Άρα, με την απομείωση δεν μειώνεται το συνολικό χρέος του εκδότη των ομολόγων.
Με τη συμφωνία της 21/7/11 δόθηκαν τέσσερις επιλογές στους ιδιώτες κατόχους των ελληνικών ομολόγων. Από τις, μέχρι σήμερα, διαπραγματεύσεις προκύπτει ότι οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων επιλέγουν να τα ανταλλάξουν, είτε άμεσα είτε στη λήξη τους, με νέα 30ετή που θα είναι εγγυημένα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), με κυμαινόμενο επιτόκιο 4% για τα πρώτα 5 έτη, 4,5% για την επόμενη 5ετία και 5% για τα υπόλοιπα 20 έτη.
Για την κάλυψη των εγγυήσεων που προβλέπονται από τη συμφωνία, η Ελλάδα θα πρέπει να αγοράσει ομόλογα αξίας 41 δισ. ευρώ από τον EFSF τα οποία θα έχουν επιτόκιο 3,5% και ανατοκιζόμενα για 30 χρόνια θα δίνουν το ποσό δανεισμού (135 δισ. ευρώ). Δηλαδή, όχι μόνο θα εξακολουθήσουμε να πληρώνουμε τόκους για το σύνολο του χρέους αλλά θα επιβαρυνθούμε και με επιπλέον τόκους για το δάνειο των 41 δισ. ευρώ με το οποίο θα αγοράσουμε τα ομόλογα του EFSF τα οποία θα καταθέσουμε ως εγγύηση.
Σημαντική διευκρίνιση: Η απομείωση δεν αφορά, σε καμία περίπτωση, τα δάνεια που έχει λάβει ή θα λάβει η Ελλάδα από τις χώρες της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ. Μέχρι σήμερα (20/10/2011) η Ελλάδα έχει λάβει, με βάση το Μνημόνιο, δάνεια ύψους 48 δισ. ευρώ από τις χώρες της Ευρωζώνης και 18 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ. Δεν αφορά, επίσης, τα ομόλογα που έχει στην κατοχή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, παρ’ όλο που ένα σημαντικό τμήμα τους (περίπου 40 δισ. ευρώ) έχει αγορασθεί από τη δευτερογενή αγορά σε τιμές πολύ χαμηλότερες από την ονομαστική τους αξία.
Με τη συμφωνία της 21/7/2011 οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων πέτυχαν την αναβάθμιση της αξιοπιστίας των ομολόγων τους, καθώς αυτά θα είναι, πλέον, εγγυημένα από το EFSF, ενώ πρόσθετη εξασφάλιση θα αποτελέσει και το γεγονός ότι τα νέα ομόλογα θα διέπονται από το αγγλικό και όχι το ελληνικό Δίκαιο (όπως συμβαίνει με αυτά που έχουν στα χέρια τους). Απεμπολήθηκε, με αυτήν τη συμφωνία, η δυνατότητα που έχει η Ελλάδα να τροποποιήσει μονομερώς (με απλή νομοθετική ρύθμιση) τη διάρκεια και το επιτόκιο των ομολόγων που έχει εκδώσει μέχρι σήμερα. Επιπλέον, παραδοσιακά, το αγγλικό Δίκαιο υπερασπίζεται πρωτίστως τον πιστωτή έναντι του οφειλέτη.
Τι συμβαίνει με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα
Η σημερινή κατάσταση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος δεν διαφέρει πολύ από αυτήν που θα είχε στην περίπτωση της στάσης πληρωμών. Αντιμετωπίζει, ουσιαστικά, προβλήματα ρευστότητας για τους παρακάτω λόγους:
Η σημερινή κατάσταση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος δεν διαφέρει πολύ από αυτήν που θα είχε στην περίπτωση της στάσης πληρωμών. Αντιμετωπίζει, ουσιαστικά, προβλήματα ρευστότητας για τους παρακάτω λόγους:
1. Τη μείωση των καταθέσεων κατά 50 δισ. ευρώ (τον Ιούλιο ανέρχονταν σε 187 δισ. ευρώ).
2. Τον αποκλεισμό από τη διατραπεζική αγορά για βραχυχρόνιο δανεισμό.
3. Τον ουσιαστικά αδύνατο μακροχρόνιο δανεισμό μέσω έκδοσης ομολόγων με παροχή εγγυήσεων, και
4. Την εμφάνιση διαρκώς αυξανόμενων επισφαλειών στα δάνεια που έχει χορηγήσει σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις λόγω της ύφεσης και της δραματικής μείωσης των εισοδημάτων.
2. Τον αποκλεισμό από τη διατραπεζική αγορά για βραχυχρόνιο δανεισμό.
3. Τον ουσιαστικά αδύνατο μακροχρόνιο δανεισμό μέσω έκδοσης ομολόγων με παροχή εγγυήσεων, και
4. Την εμφάνιση διαρκώς αυξανόμενων επισφαλειών στα δάνεια που έχει χορηγήσει σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις λόγω της ύφεσης και της δραματικής μείωσης των εισοδημάτων.
Παράλληλα, αυξάνονται οι αιτήσεις για ρύθμιση χρεών από επιχειρήσεις και νοικοκυριά (μέχρι το τέλος Αυγούστου είχαν ανέλθει σε 25.000) και πληθαίνουν οι δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν τους δανειολήπτες, διαγράφοντας σημαντικό ποσοστό των οφειλών τους.
Επιπλέον, ο έλεγχος των δανειακών χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών από την εταιρία Black Rock εκτιμάται ότι θα ανεβάσει το ποσοστό των επισφαλειών σε τουλάχιστον 15% (από 11% περίπου που είναι σήμερα) με αποτέλεσμα να απαιτούνται νέα μέτρα ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών.Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν δανειστεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) περίπου 96 δισ. ευρώ (στοιχεία Αυγούστου) δίνοντας ως ενέχυρο ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και με επιτόκιο 1,5% (ή περίπου 2%, αν συνυπολογιστεί και το ποσοστό «κουρέματος» των ομολόγων από την ΕΚΤ). Παράλληλα, από την αρχή της κρίσης, έχουν ενισχυθεί από το Ελληνικό Δημόσιο με μετρητά (5 δισ. ευρώ) και εγγυήσεις που ξεπερνούν το συνολικό ποσό των 100 δισ. ευρώ. Πρόκειται, δηλαδή, ουσιαστικά για «κρατικοποιημένα» πιστωτικά ιδρύματα.Πρόσφατα, δύο τράπεζες, η Eurobank και η Πειραιώς, έκαναν χρήση και του Έκτακτου Μηχανισμού Ρευστότητας (ELA) της Τράπεζας Ελλάδος και άντλησαν κεφάλαια με επιτόκιο 3,5% έναντι 1,5% που δανείζονται από την ΕΚΤ.Όσον αφορά στο δημόσιο χρέος, οι ελληνικές τράπεζες κατέχουν ομόλογα αξίας 54 δισ. ευρώ και επέλεξαν να συμμετέχουν στην ανταλλαγή με ομόλογα αξίας 33 δισ. ευρώ. Με το ποσοστό απομείωσης στο 21%, οι τράπεζες έκαναν ήδη πρόβλεψη για λογιστικές ζημίες ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ.Αύξηση της απομείωσης σε ποσοστό μεγαλύτερο του 21% θα οδηγήσει όλες σχεδόν τις ελληνικές τράπεζες στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και στην τυπική κρατικοποίηση (με τον μανδύα της ανακεφαλαίωσης). Σε πρώτη φάση θα κληθούν οι μέτοχοι της τράπεζας που αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας ή κεφαλαιακής επάρκειας να προχωρήσουν σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε η τράπεζα προσφεύγει στο ΤΧΣ, το οποίο συμμετέχει στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου αποκτώντας κοινές μετοχές. Η σημερινή χαμηλή τιμή των μετοχών, σε συνδυασμό με το απαιτούμενο ύψος της αύξησης θα έχει σαν αποτέλεσμα τον δημόσιο έλεγχο της τράπεζας. Παραμένει, πάντως, αδιευκρίνιστο(!) αν το Δημόσιο θα αναλάβει και τη διοίκηση/ διαχείριση της τράπεζας ή θα περιοριστεί σε ελεγκτικό ρόλο. Οι μετοχές των τραπεζών που θα κρατικοποιηθούν μέσω του ΤΧΣ θα πρέπει να πωληθούν σε ιδιώτες(!) μετά την παρέλευση δύο ετών. Επισημαίνεται ότι τα κεφάλαια του ΤΧΣ (περίπου 30 δισ. ευρώ) προέρχονται από δανειακά κεφάλαια και επιβαρύνουν με τόκους τους φορολογούμενους.
Η κατάσταση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος γεννά ερωτηματικά όσον αφορά την τύχη των καταθέσεων, αλλά και των δανείων σε περίπτωση πτώχευσης μιας τράπεζας. Όσον αφορά τις καταθέσεις, υπάρχει η κρατική εγγύηση για τις καταθέσεις μέχρι του ύψους των 100.000 ευρώ ανά καταθέτη και ανά τράπεζα. Τα προβλήματα ρευστότητας των τραπεζών, που αναφέρθηκαν πιο πάνω, είχαν ως αποτέλεσμα, για πρώτη φορά το 2010, τα δάνεια των ελληνικών τραπεζών να είναι υψηλότερα των καταθέσεων (δάνεια/ καταθέσεις: 105%). Άρα, ο προβληματισμός μεταφέρεται στη δυνατότητα κάλυψης από το κράτος των καταθέσεων μιας τράπεζας που θα πτωχεύσει. Όσον αφορά στα δάνεια των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, σε περίπτωση που μια τράπεζα πτωχεύσει, το ενεργητικό της (οι απαιτήσεις της) μεταφέρονται σε μια νέα τράπεζα. Αυτή που θα εξαγοράσει τις απαιτήσεις ή μια εντελώς νέα, σύμφωνα με τον πρόσφατο νόμο του Ε. Βενιζέλου (βλέπε περίπτωση Proton Bank).
Τι γίνεται με τα ασφαλιστικά ταμεία;
Τα ασφαλιστικά ταμεία, ο ΟΑΕΔ και ο ΟΕΚ έχουν στην κατοχή τους ομόλογα συνολικού ύψους 25 δισ. ευρώ που λήγουν μέχρι το 2020. Έχουν υποχρεωθεί να συμμετάσχουν στην απομείωση και αυτό σημαίνει ότι θα αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας ακόμη και αν το ποσοστό παραμείνει στο 21%. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ασφαλιστικά ταμεία αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρά προβλήματα λόγω της υψηλής ανεργίας, της δραματικής μείωσης της σταθερής απασχόλησης και της διόγκωσης της «μαύρης» εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ για τις τράπεζες δημιουργούνται ευρωπαϊκά και εθνικά ταμεία στήριξης με τα χρήματα των φορολογουμένων, για τα ασφαλιστικά ταμεία δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη. Ίσως γιατί προγραμματίζουν την αντιμετώπιση των προβλημάτων ρευστότητας με την ισοπέδωση των συντάξεων στο επίπεδο του προνοιακού επιδόματος.
Τα ασφαλιστικά ταμεία, ο ΟΑΕΔ και ο ΟΕΚ έχουν στην κατοχή τους ομόλογα συνολικού ύψους 25 δισ. ευρώ που λήγουν μέχρι το 2020. Έχουν υποχρεωθεί να συμμετάσχουν στην απομείωση και αυτό σημαίνει ότι θα αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας ακόμη και αν το ποσοστό παραμείνει στο 21%. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ασφαλιστικά ταμεία αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρά προβλήματα λόγω της υψηλής ανεργίας, της δραματικής μείωσης της σταθερής απασχόλησης και της διόγκωσης της «μαύρης» εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ για τις τράπεζες δημιουργούνται ευρωπαϊκά και εθνικά ταμεία στήριξης με τα χρήματα των φορολογουμένων, για τα ασφαλιστικά ταμεία δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη. Ίσως γιατί προγραμματίζουν την αντιμετώπιση των προβλημάτων ρευστότητας με την ισοπέδωση των συντάξεων στο επίπεδο του προνοιακού επιδόματος.
Συμπεράσματα
Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτουν τα εξής:
1. Η συμφωνία απομείωσης της αξίας των ομολόγων είτε παραμείνει στο 21% είτε αυτό το ποσοστό αυξηθεί δεν λύνει το πρόβλημα του ελληνικού δημοσίου χρέους, αντίθετα επιβαρύνει σημαντικά το ποσό των καταβαλλόμενων τόκων στερώντας την οικονομία από σημαντικούς πόρους.
2. Με την αλλαγή του δικαίου που θα διέπει τα νέα ομόλογα, συντελείται σημαντική επιδείνωση των όρων δανεισμού και παραχωρούνται σημαντικά δικαιώματα κυριαρχίας στους δανειστές.
3. Η παρούσα κατάσταση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και των ασφαλιστικών ταμείων δεν απέχει πολύ από αυτήν που θα είχαν βρεθεί αν είχε κηρυχθεί στάση πληρωμών ενώ θα επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο με την εφαρμογή της συμφωνίας της 21/7/2011 και των πρόσφατων μέτρων άγριας λιτότητας.
Η απαίτηση για τη συγκρότηση ενός μετώπου που θα ανατρέψει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων είναι πιο επιτακτική από ποτέ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου